Τετάρτη 16 Απριλίου 2008

Χάρλεϋ Ντάβιντσον

«σαν αισθάνομαι στο δρόμο τους κραδασμούς της μηχανής μου, πόθοι ανάβουν τα λαγόνια μου... Έχω πιάσει τα εκατό, και νοιώθω από αίμα και φωτιά... Τι με νοιάζει κι αν πεθάνω, με τα μαλλιά στον άνεμο...»

(...επιτέλους, την ξαναείδα τη μικρή, παράτολμη πριγκίπισσα των νεανικών μου ονείρων.
...λεπτή, με μακριά ανέμελα μαλλιά σαν ζωντανά, ερωτευμένη με τον ορίζοντα στη λεωφόρο μπροστά της).
«κανέναν δεν έχω ανάγκη με τη Χάρ-λεϋ Ντάβιντσον...
κανέναν δεν γνωρίζω με τη Χάρλεϋ Ντάβιντσον...».
(η κοπέλα ήταν πανέμορφη. Κράνος δεν φορούσε, κι ούτε υπήρχε στη μηχανή κάποιο σημάδι παρουσίας του -η αστυνομία θα συναρπαζόταν από την ομορφιά του παράνομου θηράματος.)
«ακουμπάω τη μίζα, και να, αφήνω τη γη!
ανεβαίνω στον παράδεισο, με μηχανή της κόλασης».
(Μάρσαρε τη μηχανή, κι η μηχανή ξεκίνησε, αλλάζοντας σχεδόν ελαστικά μορφή, καθώς πήρε την κλίση του σώ-ματός της. Τα μαλλιά της τινάχτηκαν προς τα πίσω, λες και ο αέρας τα είχε γραπώσει και τα κράταγε -μηχανή, κο-πέλα, το ντεμοντέ δερμάτινο σακάκι, την ανάρμοστα κομψή μπότα.)
«σαν αισθάνομαι στο δρόμο τους κραδασμούς της μηχανής μου, πόθοι ανάβουν τα λαγόνια μου... Έχω πιάσει τα εκατό, και νοιώθω από αίμα και φωτιά ...Τι με νοιάζει κι αν πεθάνω, με τα μαλλιά στον άνεμο...».
(...Νεότητα, επιπόλαια ερωτευμένη με τη στιγμή και τη φαντασία... Νεότητα, με την αλαζονεία της ομορφιάς της, νεότητα που δεν χαλαλίζει διάρα για ιδιαίτερες διαπραγματεύσεις με τη ζωή...)
...Όλοι λείπουν... Η Μπριζίτ Μπαρντό είναι μια αποτραβηγμένη, απεριποίητη γριά που ζή ολομόναχη σε κατάθλιψη στο νότο της Γαλλίας.
Ο Σερζ Γκαινσμπούρ θα είχε μόλις λίγες μέρες πριν γεννηθή, αν βρισκόμαστε στο 1928 -μα ήδη είμαστε στο 2008, ογδόντα χρόνια μετά, κι ο Σερζ έχει πια πεθάνει.
Ο Σαρτρ ζούσε και έγραφε για το Μάη στο Παρίσι, για την αποκομμένη και χωρίς νόημα μεταφυσική της μοίρας μας, για την ευθύνη μας απέναντι στη στιγμή, για την αρχετυπική μας σχέση με την ομορφιά και το θάνατο -μα όλα αυτά, σαράντα χρόνια πριν...
...Όλα περασμένα... Οι κοπέλες δεν αφήνουν τον αέρα να τους χαλάση το μαλλί -κι άλλωστε, αυτό είναι κρυμμένο στο κράνος ασφαλείας. Οι ταχύτητες των μηχανών έχουν διπλασιασθή από το 1968 -κι οι μηχανές δεν ρουθουνίζουν πια, μα βρυχώνται πριν ξεκινήσουν. Ωστόσο, δεν μπορούν πια ούτε καν αυτές να ερωτευθούν τη στιγμή...
...Κι όμως, για μια φευγαλέα στιγμή, χωρίς κινητά, χωρίς στέρεο, χωρίς πε-ριττά αξεσουάρ ή επιδεικτική επιτήδευση, όλα. Έρωτας, ανεμελιά, ίλιγγος, ο Σερζ, η Μπριζίτ, το αίμα, η φωτιά στα λαγόνια, η ζωή και ο θάνατος κατά Σαρτρ, σα να ξεχύθηκαν σφριγηλοί και ιδανικά νέοι, από τη βίαιη λάμψη των μαλλιών που χυμούσαν στην παραλιακή (ή ίσως στον ίδιο το χρόνο), ελεύθερα από κράνη και κώδικες...

Δεν υπάρχουν σχόλια: