«Θέλετε να πάμε στο μπάνιο να σας δείξω τη ζημιά;». Βιαζόμουν και δεν είχα τη παραμικρή διάθεση να του γίνω συμπαθής. Μάλλον κάτι κατάλαβε γιατί μετά μια μικρονοϊκή καθυστέρηση -να ολοκληρώσει τον έλεγχο στο χώρο-, προχώρησε προς το μπάνιο. Εκεί μπροστά στη τρύπα που έσκαψα στο τοίχο και που άφηνε να φανεί η σκουριασμένη σωλήνα που πότιζε το ντουβάρι έσκουξε το ξινισμένο μούτρο «και ποιο είναι το πρόβλημα;»
Η εγκράτεια είναι αρετή, μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι και ότι άλλο σχετικό, μου γύρισε στο μυαλό εκείνη την ώρα «Η σωλήνα είναι σκουριασμένη και παλιά, τρέ-χει, -θέ-λω –να -την -αλ-λά-ξε-τε.» (απλά, συλλαβιστά, Ελληνικά) «Αυτή είναι η δουλειά μου» απάντησε απότομα! (Ευτυχώς, που το διευκρίνισες, γιατί σκεφτόμουνα να σε βάλω να λύσεις προβλήματα διαφορικού λογισμού). Έσκυψε μουτρωμένος να κάνει τη διάγνωση.
«Καφέ δεν έχει;» Αυτή η ερώτηση μου χτυπάει απευθείας στα νεύρα κατάλοιπο παιδικής μνήμης που η μάννα μου σε κάθε τεχνίτη που ερχόταν στο σπίτι είτε για να τον καλοπιάσει, είτε γιατί θεωρούσε ντροπή και άκρως παρεξηγήσιμο να μη το κάνει, προσέφερε καφέ κουλουράκια κέικ φρούτα, γλυκό, πίτα, ότι είχε στο ψυγείο. Άσχετα αν αυτός χρέωνε και την ώρα του καφέ! «Τόσα πολλά;» έλεγε η μάννα μου όταν ζητούσε το λογαριασμό. «Μα δυο ώρες δούλευα κυρά Λένη» και εννοούσε πάντα το σύνολο του χρόνου (το μισάωρο που ο παραγιός έκανε τη δουλειά και τη μιάμιση ώρα που αυτός φλυαρούσε τσιμπολογώντας)
«Όχι ...τελείωσε ο καφές» απάντησα. «Κατάλαβα...» (ακούστηκε σαν μουρμουρομουγκάνισμα). «Τι τραβάμε και εμείς όλη μέρα..», (συνέχιζε απτόητος κοιτώντας τη σωλήνα αν αναπνέει). «Χεσμένο τον έχουμε τον άνθρωπο», (προφανώς λέγοντας άνθρωπος περιαυτολογούσε). «Θα την κόψω εδώ και εδώ και θα βάλουμε δυο μούφες για να ενώσουμε τη παλιά με τη νέα.», είπε μετά τον έλεγχο θριαμβευτικά. «Καλά απόρησα, δεν θα συνεχίσετε το σκάψιμο στον τοίχο για να αλλάξετε όλη τη σωλήνα;»
«Τι λε ρε φίλε. Εγώ ήρθα γιατί ήταν επείγον, πλάκα με κάνεις;». (Όχι δεν έχω κανένα σκοπό να κάνω πλάκα μαζί σου, μόνο τη παράλογη απαίτηση να κάνεις τη δουλειά σου). «Μα είναι το ίδιο χάλια όλος ο σωλήνας, αν δεν τον αλλάξετε, σε λίγο από κάπου πάλι θα τρέξει». (Θεώρησα ότι ήταν ένα λογικό επιχείρημα). «Καλά και γω να μη σκεφθώ τον συνάδελφο;». (Ναι το είπε...). «Ποιον συνάδελφο, τι εννοείτε;». (Είχα απορίες..). «Εσείς εδώ ζείτε στις σπιταρόνες σας και δεν νοιάζεστε για τον απλό λαό» (τα 67 τμ που ζω, σπιταρόνα;;;;;; ), «αν αλλάξω όλη τη σωλήνα θα κάνει χρόνια να ξανατρυπήσει» είπε με στόμφο. (Μα για αυτό σε φώναξα ηλίθιε, ξέσπασε μέσα μου μια φωνή.) Συνεχίζοντας αυτός απτόητος είπε το θεϊκό...
«Εμείς υποστηριζόμαστε μεταξύ μας, δεν βγάζουμε ο ένας το μάτι του άλλου. Θα το επισκευάσω σήμερα εγώ και αύριο κάποιος άλλος συνάδελφος θα έχει πάλι δουλειά να κάνει.» (Το εννοούσε ο ποιητής της μούφας). «Μα τι μου λέτε τώρα...», διαμαρτυρήθηκα, «δηλαδή κάνετε μισές δουλειές και αφήνετε επίτηδες να δημιουργούνται προβλήματα για να έχετε εσείς αντικείμενο εργασίας αδιαφορώντας αν μου περισσεύουν εμένα και οποιουδήποτε άλλου για να σας πληρώνω γαμησιάτικες επισκευές;». (Με αφέλεια ξέσπασα και ζητούσα κατανόηση).
«Εσύ θα μου πεις πως θα κάνω τη δουλειά μου; έβαλες ποτέ το χέρι σου στα σκατά που εγώ κάθε μέρα βουτάω και μπλα μπλα». Χρησιμοποιώντας το είδος της πομπώδους φρασεολογίας που δικαιολογούν τα κόμματα, άρχισε ένας συνδικαλιστικός μονόλογος για το πόσα στόματα τρέφει, τα φροντιστήρια, τις δόσεις για το σπίτι, το αμάξι και πόσο ανθυγιεινή είναι η δουλειά του! (Όχι η ιδιοτέλεια μου, δεν μου επιτρέπει να συγκρίνομαι μαζί σου αν είμαι σε καλύτερη θέση, εχω και γω τον φιλοτομαρισμο μου.). Εννοείτε ότι τον ξεπροβόδισα τάχιστα. Παραλληλισμοί ελεύθερα.
ΥΓ Σιχάθηκα να ακούω όλους να λένε ότι ενδιαφέρονται για το δημόσιο συμφέρον. Θα ήθελα μια φορά, μια συντεχνία να βγει και να πει, αυτά τα επιδόματα πχ για καυσόξυλα, οδοιπορικά, αυξήσεις γιατί δεν πήρανε προαγωγή, ας μετακινηθούν στην ασθενέστερη οικονομικά ομάδα. Ας πάνε στους συνταξιούχους των 500€. Αλληλεγγύη ονομάζεται!
1 σχόλιο:
Γεια σου πατριώτη, συνέχισε την πολύ καλή δουλειά στο blog
Δημοσίευση σχολίου