Τετάρτη 28 Νοεμβρίου 2007

Νάε Καρανφίλ



Τιμώμενο πρόσωπο στο τμήμα «Ματιές στα Βαλκάνια» του 48ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης και μέλος της κριτικής επιτροπής στο Διεθνές Διαγωνιστικό, είναι ένας γνήσιος εκπρόσωπος του νέου ρουμάνικου κινηματογράφου ο οποίος τα τελευταία χρόνια παρουσιάζει μια συνεχώς ανερχόμενη δυναμική

Γεννημένος το 1960 στο Βουκουρέστι, είναι ένας από τους πρώτους σκηνοθέτες που δημιούργησαν αυτό που αποκαλείται σήμερα στη Ρουμανία «νέο κύμα», συνδέοντας μάλιστα τη γενιά της δεκαετίας του 1990, της οποίας αποτελεί εκπρόσωπο, με την επόμενη, τη γενιά της νέας χιλιετίας.

Όλοι μιλούν για τη νέα δυναμική γενιά του ρουμάνικου κινηματογράφου, ο οποίος τα τελευταία χρόνια διακρίνεται συνεχώς στα διεθνή φεστιβάλ. Πώς συνέβη αυτό; Μιλάμε για ένα θαύμα το οποίο αναπτύχθηκε βήμα-βήμα μέσα σε μερικά χρόνια, από το 2000 και μετά. Σίγουρα δεν γεννήθηκε μέσα σε μια νύχτα αλλά χτίστηκε πέτρα - πέτρα όπως ένα κτίριο και οπωσδήποτε δεν έγινε συνειδητά. Στις αρχές της δεκαετίας του 1990 δημιουργήθηκε, σ’ αντίθεση με ό,τι συνέβαινε ως τότε, ένα λο-γικό σύστημα για την προώθηση του κινηματογράφου και των σχεδίων που κατέθεταν οι κινηματογραφιστές. Κάθε ένα ή δύο χρόνια γινόταν ένας διαγωνισμός και μια επιτροπή επέλεγε ανάμεσα στα σενάρια που είχαν κατατεθεί αυτά τα οποία θα χρηματοδοτούνταν κατά ένα μέρος. Αυτό το σύστημα, που ισχύει και σε άλλες χώρες, όπως η Γερμανία και η Γαλλία, ήταν ό, τι καλύτερο. Η αλήθεια είναι πως στα πρώτα χρόνια δεν λειτούργησε σωστά αλλά ακόμη κι έτσι, κατάφεραν και γυρίστηκαν μερικές ταινίες. Αρχίζοντας από το 2001, εμφανίζονταν κάποιες ταινίες, μία-δύο το χρόνο. Κάποιοι νέοι σκηνοθέτες, οι οποίοι μόλις είχαν αποφοιτήσει, μπήκαν σε αυτόν τον ανταγωνισμό. Είχαν την τύχη να πρωτοεμφανιστούν περίπου μαζί, χωρίς να έχουν τίποτε κοινό μεταξύ τους, να αποτελούν, ας πούμε, ένα ρεύμα. Ο καθένας ήταν μόνος και ανεξάρτητος από τους υπόλοιπους. Έτυχε, λοιπόν, μια σειρά από ταινίες να εμφανιστούν σε διεθνή φεστιβάλ και να αρχίσουν να κερδίζουν βραβεία.

Ήταν και ευνοϊκό το διεθνές περιβάλλον σε ό,τι ερχόταν από τη Ρουμανία; Ναι, σε αντίθεση με την προηγούμενη δεκαετία. Είχε ανατραπεί η εικόνα της τριτοκοσμικής χώρας, αφού ήδη είχαν γίνει πολλά βήματα και η χώρα βάδιζε προς την Ευρωπαϊκή Ένωση. Κατάλαβαν όλοι πως είναι μια χώρα στην οποία υπάρχει διανόηση, ιστορία, πα-ράδοση και πολιτισμός. Έτσι και τα φεστιβάλ έγιναν πιο δεκτικά απέναντι στο ρουμάνικο κινηματογράφο, ενώ τα προηγούμενα χρόνια ακόμη και η επιλογή μιας ρουμάνικης ταινίας εθεωρείτο αστείο. Τώρα πλέον η κατάσταση έχει αντιστραφεί εντελώς, θεωρείται σχεδόν απαραίτητο να υπάρχει ταινία ή ταινίες από τη Ρουμανία και επί πλέον να βραβευτεί. Αυτήν η κατάσταση, ό-μως, εμπεριέχει κι έναν κίνδυνο. Τα φεστιβάλ είναι επίμονα, δημιουργούν καμιά φορά με τεχνητό τρόπο, διάφορες μόδες για μια χώρα, όπως έγινε για παράδειγμα τα προηγούμενα χρόνια με το Ιράν, που σχεδόν έχει εκλείψει τώρα ή με το Χονγκ Κονγκ κλπ. Δημιουργούν, λοιπόν μια μόδα, η οποία διαρκεί ένα διάστημα και στη συνέχεια την πετούν στο καλάθι σαν χρησιμοποιημένη χαρτοπετσέτα.

Πώς μπορεί να αποτραπεί κάτι τέτοιο; Για να μη συμβεί το ίδιο, η λύση είναι να διαφοροποιηθεί η προσφορά. Τι εννοώ. Πολλοί νέοι σκηνοθέτες οι οποίοι τώρα εμφανίζονται, βλέπουν τις επιτυχίες των σύγχρονων, όπως ο Κρίστι Πούγιου, ο Κορνέλιου Πορουμπόγιου, ο Κριστιάν Μουντζίου και θέλουν να κάνουν το ίδιο. Κάποιοι δανείζονται στοιχεία από αυτούς, ή τους «κλέβουν» και προσδοκούν στην επιτυχία. Δημιουργείται έτσι μια σειρά από πίσω, σκηνοθετών οι οποίοι κάνουν τα ίδια πράγματα, μιμούνται και προσφέρουν προς πώληση το ίδιο προϊόν. Κάποια στιγμή, εάν συνεχιστεί αυτό, τα φεστιβάλ στο εξωτερικό θα αρχίσουν να βαριούνται το ίδιο φαγητό πρωί, μεσημέρι, βράδυ. Σίγουρα αυτές οι ταινίες έχουν η κάθε μια την αξία της, αλλά εάν δεν αλλάξει το στιλ, κάποια στιγμή θα καταντήσει βαρετό.

Η τελευταία σας ταινία, «Τα υπόλοιπα είναι σιωπή», αναφέρεται στη δημιουργία της πρώτης ταινίας στη Ρουμανία. Είναι ταινία καθαρά ιστορική ή περιέχει και στοιχεία μυθοπλασίας; Είναι βασικά ταινία μυθοπλασίας, η οποία περιλαμβάνει αρκετά πραγματικά γεγονότα. Η ιδέα για την ταινία δεν είναι κάτι καινούργιο. Εδώ και περίπου 25 χρόνια, όταν τελείωσα τη σχολή, και σκεφτόμουν τι θα ήθελα να κάνω, ο κινηματογράφος ήταν ελεγχόμενος, υπήρχε λογοκρισία και γινόταν μόνο 2-3 είδη ταινιών. Ταινίες καθαρά προπαγανδιστικές υπέρ του καθεστώτος, ταινίες ιστορικές, με αρκετούς συμβολισμούς από τους σκηνοθέτες και καμιά φορά μερικές πολιτικές αλληγορίες οι οποίες ήταν τόσο θολές και δυσνόητες που δεν τις καταλάβαινε κανείς. Μέσα σε αυτό το περιβάλλον δεν μπορούσα να φανταστώ πώς θα μπορούσα να κάνω μια ταινία. Έτσι άρχισα να σκέφτομαι τι θα μπορούσα να κάνω εάν ήμουν ελεύθερος. Και μια από τις ιδέες που μου κατέβηκε ήταν όταν διάβασα ένα βιβλίο για την ιστορία δημιουργίας κάποιων ταινιών. Μια από αυτές ήταν και η ταινία «Η ανεξαρτησία της Ρουμανίας». Διαβάζοντας πώς έγινε εκείνη η ταινία και για τα προβλήματα που αντιμετώπισε ο σκηνοθέτης, μου φάνηκε πολύ διασκεδαστικό να γράψω ένα σενάριο για τις απαρχές του κινηματογράφου σε μια χώρα όπως η Ρουμανία. Αυτό που περισσότερο με ενθάρρυνε ήταν ο ενθουσιασμός εκείνων των ανθρώπων και η συνεργασία με εταιρίες από το εξωτερικό. Δηλαδή ο αγώνας, η πάλη ανάμεσα στους ανεξάρτητους παραγωγούς και στις μεγάλες εταιρίες. Αλλά κράτησε καιρό μέχρι να συγκεκριμενοποιηθεί το σενάριο, δηλαδή από το 1988 που έφυγα από τη Ρουμανία και πίστευα πως δεν θα ξαναγυρίσω ποτέ. Όταν ήμουν στο εξωτερικό θεώρησα ως υποχρέωση να βάλω στο χαρτί την ιδέα και να τη γράψω.

Στην ταινία «Μην κρέμεστε απ’ το παράθυρο» μιλάτε για την εποχή Τσαουσέσκου αλλά το κάνετε με έναν τρόπο τρυφερό και όχι με μίσος. Θα ήθελα να μου μιλήσετε γι’ αυτό. Έκανα την ταινία το 1993, σε μια εποχή που οι άνθρωποι απελευθερώνονταν από την προηγούμενη κατάσταση, και περισσότερο ή λιγότερο υποκριτικά δαιμονοποιούσαν την κατάσταση -όχι πως είχαν άδικο- αλλά το έκαναν με τέτοια υστερία που καταντούσε γελοίο. Εμένα μου φάνηκε πιο ενδιαφέρον να διηγηθώ την εποχή εκείνη όπως την έζησα εγώ και πολλοί άνθρωποι οι οποίοι ποτέ δεν πίστευαν πως μπορούν να έχουν μια διαφορετική ζωή. Κανείς δεν πίστευε πως θα αλλάξουν τα πράγματα στην παγκόσμια πολιτική σκηνή και στη χώρα μας θα είχαμε κάποτε δημοκρατία. Έτσι επέστρεψα στην ψυχολογία την οποία είχαν τότε οι άνθρωποι και σκέφτηκα πως μπορώ να μιλήσω για εκείνη την εποχή αποστασιοποιημένα, με ειρωνεία και όχι για να πω πως ήταν καλύτερα ή χειρότερα.


by στρατος κερσανίδης

Δεν υπάρχουν σχόλια: